Με Αναφορά του προς τον Υπουργό Οικονομικών ο Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ν. Ηρακλείου κ. Βασίλης Κεγκέρογλου φέρνει στην Βουλή την επιστολή της Ένωσης Πεζών σχετικά με την ενδεχόμενη επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο κρασί. Στην επιστολή της η Ένωση Πεζών, επικαλούμενη το δελτίο τύπου της ΚΕΟΣΟΕ ( Κεντρική Συνεταιριστική Ένωση Αμπελοοινικών Προϊόντων), εκφράζει την μεγάλη ανησυχία της για την αναζωπύρωση των συζητήσεων περί επιβολής ειδικού φόρου κατανάλωσης στο κρασί..
Η επιστολή συνεχίζει επισημαίνοντας ότι «πέραν του ότι σε μια κατηγορία οινικών προϊόντων (άνω του 15% vol οινοπνεύματος) επιβάλλεται και στην Ελλάδα Ε.Φ.Κ., η συντριπτική πλειοψηφία των οινοπαραγωγών Κρατών Μελών της ΕΕ δε επιβάλλει στους ήσυχους και αφρώδεις οίνους το συγκεκριμένο φόρο. Οι πωλήσεις οίνων στη Ελλάδα ήδη έχουν μειωθεί δραματικά εξαιτίας της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών και σε ενδοεπιχειριασιακά επίπεδα , εξαιτίας της ανυπαρξίας ρευστότητας που συνέβαλε στην κατεύθυνση οι συναλλαγές να πραγματοποιούνται μόνον όταν διενεργείται πληρωμή μετρητής. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι ο οίνος αν και μεταποιημένο προϊόν, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, θεωρείται αυτούσιο αγροτικό προϊόν, η παραγωγή συνδέεται με 200.000 οικογένειες αμπελουργών οι οποίοι εισκομίζουν τα σταφύλια τους στα ελληνικά οινοποιεία».
Η επιστολή συνεχίζει επισημαίνοντας ότι « είναι βέβαιο ότι μια τέτοια εξέλιξη, θα επιδεινώσει περαιτέρω τη θέση των ελλήνων παραγωγών πλήττοντας άμεσα την ελληνική περιφέρεια, με συνέπεια την είσοδο του κλάδου σε μακρά περίοδο ύφεσης και αποτέλεσμα την περαιτέρω συρρίκνωση του. Το γεγονός αυτό είναι αντίθετο με τις πολιτικές που πρέπει να υιοθετήσει η χώρας μας, πολιτικές που αφορούν την αύξηση παραγωγής αγροτικών προϊόντων και όχι τη μείωση τους.»
Η επιστολή τελειώνει αναφέροντας ότι «για όλους αυτούς τους λόγους , θεωρούμε ότι το ενδεχόμενο φορολόγησης του ελληνικού κρασιού θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά σε ένα κατ εξοχήν εξαγώγιμο προϊόν της ελληνικής αγροτικής οικονομίας, σε ένα παραδοσιακό παραγωγικό κλάδο και τις επιχειρήσεις του αλλά κυρίως στους ίδιους τους αμπελοκαλλιεργητές, εξυπηρετώντας τελικά συμφέροντα εκτός της ελληνικής επικράτειας»