Τοποθέτηση του Βουλευτή Ηρακλείου Βασίλη Κεγκέρογλου στη συζήτηση επί του Νομοσχεδίου: Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ
ΙΓ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΣΥΝΟΔΟΣ Γ΄
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΞΕ΄
Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΕΓΚΕΡΟΓΛΟΥ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Δράττομαι της ευκαιρίας που εκ μέρους της Κυβέρνησης παρίστανται ο Υπουργός Ανάπτυξης και ο Υφυπουργός Εργασίας, για να πω δυο λόγια για το θέμα που συζητείται αυτές τις ημέρες και έχει να κάνει με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Και αυτό, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του κοινωνικού διαλόγου και της όποιας συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων.
Θέλω να σημειώσω ότι το ζήτημα του κόστους είτε προϊόντων είτε υπηρεσιών, εκτός του ότι έχει να κάνει με πάρα πολλούς παράγοντες, εάν μπορούμε να μιλήσουμε για κόστος εργασίας, αυτό το κόστος έχει μικρή συμμετοχή. Για να μην επικαλεστώ οικονομολόγους, υπολογισμούς ή μελέτες, θα επαναλάβω ότι οι εξαγωγικές επιχειρήσεις της χώρας μας που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο με αυτούς τους μισθούς έχουν επιτύχει θαυμαστά αποτελέσματα τα τελευταία δύο χρόνια. Έχουμε 30% και 40% αύξηση των εξαγωγών με αυτούς τους μισθούς και με αυτό το κόστος.
Το ότι υπάρχει σαφώς ζήτημα με προϊόντα και υπηρεσίες της χώρας μας στον ανταγωνισμό που δέχονται και εντός της χώρας αυτό είναι γεγονός. Όμως, δεν οφείλεται στο υψηλό κόστος σε σχέση με το παραγόμενο αποτέλεσμα. Οφείλεται στο φθηνό προϊόν ή την υπηρεσία που έρχεται από άλλες χώρες, οι οποίες όμως δεν τηρούν ούτε τους κανόνες που έχουν να κάνουν με τις διεθνείς υποχρεώσεις για το περιβάλλον, όπως για παράδειγμα τη Συμφωνία του Κιότο –άρα, έχουν μικρότερο κόστος η Κίνα και άλλες χώρες- αλλά δεν τηρούν ούτε τους κανόνες που έχουν να κάνουν με την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών, όπως στα τρόφιμα που το πρόβλημα είναι τεράστιο με τη χρήση φυτοφαρμάκων που απαγορεύονται στη χώρα μας, ενώ εκεί επιτρέπεται. Αυτά τα προϊόντα έρχονται με χαμηλότερο κόστος.
Συνεπώς, εμείς δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε και να οδεύσουμε στη μείωση των μισθών των εργαζομένων για να ρίξουμε το κόστος, αλλά θα πρέπει με κάθε τρόπο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο να προωθήσουμε, παραδείγματος χάρη, το φόρο διοξειδίου του άνθρακα, που έχει να κάνει με την αθέτηση των διεθνών συμβάσεων και των υποχρεώσεων σε σχέση με την τήρηση των περιβαλλοντικών κανόνων, αλλά και να βάλουμε ζητήματα, όπως είναι η παιδική εργασία, καθώς τα προϊόντα της παιδικής εργασίας σε πολλές χώρες του αναδυόμενου οικονομικά αλλά καταβαραθρωμένου κοινωνικά κόσμου έρχονται για να πωληθούν φθηνά και να κλείσουν δικές μας επιχειρήσεις. Είναι ένα ζήτημα που έχει ευρύτερες διαστάσεις και θα πρέπει σε αυτό το πνεύμα να κινηθούμε.
Άμεσα μπορούμε και να δούμε το θέμα της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών για τους συνεπείς επιχειρηματίες, που έχει ήδη θεσμοθετηθεί να είναι 10% και μπορεί να πάει μέχρι και 25%, εάν η καταβολή γίνεται στην ώρα της. Βεβαίως, πρέπει να δούμε και το θέμα του ελέγχου της εισφοροδιαφυγής και της μαύρης εργασίας με συγκρότηση του ΣΕΠΕ. Είναι ένα σώμα που πρέπει να εξαιρεθεί από την κατάργηση των κενών οργανικών θέσεων και οι θεωρούμενοι πλεονάζοντες σε άλλες υπηρεσίες, μετά από την απαραίτητη εκπαίδευση, να ενταχθούν σε αυτήν την υπηρεσία πρώτης γραμμής.
Έτσι, λοιπόν, θεωρώ ότι η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας δεν αποτελεί εμπόδιο για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Αντίθετα, την ενισχύει, γιατί οι επιχειρήσεις χρειάζονται εργαζόμενους που να νιώθουν ασφάλεια και όχι εξαθλιωμένους εργαζόμενους, γιατί όταν είναι κάτω από την Εθνική Συλλογική Σύμβαση, μιλάμε για εξαθλίωση.
Το δεύτερο θέμα που θέλω να θέσω, αφορά το πρόβλημα που έχει ανακύψει με το ειδικό τέλος που επιβλήθηκε στις δομημένες επιφάνειες. Υπάρχει μία σημαντική μερίδα συνανθρώπων μας που αδυνατεί ή ανήκει στις ειδικές κατηγορίες, όπως έχει προβλέψει σωστά το Υπουργείο Οικονομικών, οι οποίες υπάγονται στη ρύθμιση, μετά από μία διαδικασία, της εξαίρεσης από τη διακοπή ρεύματος. Υπάρχει, όμως, και ένας άλλος σημαντικός αριθμός ανθρώπων απ’ αυτούς που θέλουν να πληρώσουν, που δεν υπάγεται τυπικά σ’ αυτή τη ρύθμιση, γιατί δεν καλύπτει τις περιπτώσεις αναπηρίας κ.λπ., όμως έχει ουσιαστική αδυναμία αυτήν την περίοδο να πληρώσει.
Έχω καταθέσει, λοιπόν, μία τροπολογία για την οποία θέλω απάντηση από το Υπουργείο Οικονομικών, με την οποία προτείνω, την ένταξη στη ρύθμιση του ποσού που αφορά το ειδικό τέλος δομημένων επιφανειών, αφού γίνει η απεξάρτηση από το λογαριασμό της Δ.Ε.Η. και αυτό για λογαριασμούς του προηγούμενου διαστήματος.
Αυτή η δυνατότητα ένταξης στη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών είναι δίκαιη, πρέπει να γίνει στα πλαίσια αυτής της διάταξης που ρυθμίζει με κατώτερο ποσό μηνιαίας 100 ευρώ –στη συγκεκριμένη περίπτωση ζητάω κατ’ εξαίρεση να είναι το ποσό χαμηλότερο 50 ευρώ ή ακόμα λιγότερο της μηνιαίας δόσης- ούτως ώστε να διευκολυνθούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι θέλουν να πληρώσουν, αλλά δεν μπορούν άμεσα μετρητά σε αυτή τη φάση.
Το τρίτο θέμα το οποίο θέλω να θέσω αφορά μία κατηγορία εργαζομένων, οι οποίοι ενώ έχουν θεμελιώσει μέχρι τέλος του 2010 συνταξιοδοτικό δικαίωμα, εξαιρούνται με μια αντίστροφη λογική, θα έλεγα, από ευεργετικές διατάξεις που έχουν να κάνουν με την συνταξιοδότηση τους για ειδικούς λόγους. Επειδή κατοχύρωσαν δικαίωμα μέχρι τέλος του 2010, δεν υπάγονται σε αυτούς που μετά την 01/01/2011 μπορούν να ενταχθούν σε αυτές τις ευεργετικές διατάξεις, είτε για αυτούς που έχουν ανάπηρα παιδιά ή συζύγους 67% και άνω είτε γι αυτούς που έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας, ή μάλλον από 52 μέχρι 55. Είναι ένα θέμα που το γνωρίζει το Υπουργείο Εργασίας, αλλά κυρίως αφορά το Υπουργείο Οικονομικών. Θα πρέπει να το δει ο κ. Σαχινίδης, γιατί ουσιαστικά λύνει πρόβλημα και για το δημόσιο και για τους πολίτες. Δεν αφορά μονομερή επίλυση θέματος.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ στο θέμα που έχει να κάνει με τις δύο εταιρείες που έχουν απασχολήσει πάρα πολύ τη συζήτηση. Εγώ σέβομαι την τοποθέτηση και τις ερμηνείες και τη θέση του Αναπληρωτή Υπουργού του κ. Ξυνίδη, διότι έχει πραγματική βάση η επιχειρηματολογία του Υπουργείου, θα ήθελα, όμως, κάτω από τη διάταξη, όπως έχει διατυπωθεί σήμερα, χωρίς να την ανατρέπουμε, να μπει δυνητικά ότι οι εταιρείες αυτές παραμένουν και δεν εκκαθαρίζονται, εφόσον εντός μηνός από τη δημοσίευση του νόμου, οι σημερινοί μέτοχοι του 16% -νομίζω- των δύο εταιρειών καταθέσουν προσφορά στο Υπουργείο Ανάπτυξης για την αποδοχή –γιατί πρόκειται περί διάθεσης μετοχών και όχι πώληση- των υπόλοιπων μετοχών, ούτως ώστε οι δυο εταιρείες να λειτουργήσουν με μετόχους τους ίδιους τους επιχειρηματίες.
Η ακίνητη περιουσία παραμένει στο δημόσιο και διατίθεται για ένα χρονικό διάστημα μιας πενταετίας στις εταιρείες εφόσον συνεχίζουν τη λειτουργία τους, ενώ η κινητή περιουσία και ο τεχνολογικός εξοπλισμός παραμένει στις εταιρείες. Με αυτόν τον τρόπο και θα διασφαλιστεί το αποτέλεσμα που επιδιώκει το Υπουργείο βάσει των υποχρεώσεων που έχουμε, αλλά ταυτόχρονα θα δώσουμε μία ευκαιρία σε αυτούς τους επιχειρηματίες, εάν πραγματικά πιστεύουν ότι αυτοί οι δύο φορείς -για τους κεραμιστές από τη μια μεριά και τους αργυροχρυσοχόους από την άλλη- χρειάζονται για τη δουλειά που κάνουν σήμερα, να τους κρατήσουν και να τους λειτουργήσουν με αυτόν τον τρόπο. Εγώ νομίζω ότι αυτό μπορεί να γίνει, συνδυάζοντας και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα κι αυτό το οποίο ζητούν οι φορείς και η πράξη θα δείξει, εάν υπάρχει η πραγματική βούληση από την πλευρά των επιχειρηματιών του χώρου να κρατήσουν ζωντανούς αυτούς τους δύο φορείς.