Η Κυβέρνηση εδώ και δύο χρόνια έχει πια εκτός από το παρόν και το δικό της πρόσφατο παρελθόν. Με τον τρόπο που συνεχίζει και επιμένει να πολιτεύεται, δεν φαίνεται να έχει μέλλον. Αφού καταρράκωσε τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, αφού συκοφάντησε την οικονομία και κάθε πτυχή της κοινωνικής και πολιτικής ζωής του τόπου, ο κ. Καραμανλής και η Κυβέρνησή του αθέτησαν όλες τις προεκλογικές υποσχέσεις και δεσμεύσεις με τις οποίες υφάρπασαν την ψήφο των πολιτών. Αποδεικνύονται καθημερινά αδύναμοι να συνεχίσουν και να αξιοποιήσουν το έργο που παρέλαβαν από το ΠΑΣΟΚ και παντελώς αδύναμοι να διαχειριστούν αποτελεσματικά την πραγματικότητα που δημιουργεί η αδιέξοδη πολιτική τους.
Οι επικοινωνιακού τύπου αποσπασματικές νομοθετικές παρεμβάσεις που προωθήσατε, χωρίς σχέδιο και στόχους, οι περισσότερες από τις οποίες αφορούν εφαρμογή οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μοιάζουν περισσότερο ως πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένοι, παρά με τμήματα του ίδιου σχεδίου, της ίδιας κυβερνητικής πολιτικής.
Από τον προϋπολογισμό του 2005, αλλά και τον πρόσφατα ψηφισθέντα του 2006, λείπει παντελώς η χρηματοδότηση σχεδίου για την ανταγωνιστικότητα. Συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά η μείωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και η καθήλωση των χρηματοδοτήσεων για την έρευνα και την τεχνολογία. Έτσι είναι επόμενο να έχουμε στασιμότητα και αρνητικές εξελίξεις και μέσα στο 2006.
Οι επενδύσεις σε όλους τους τομείς βάλτωσαν. Η Κυβέρνηση δύο χρόνια τώρα απέτυχε να βελτιώσει το επενδυτικό κλίμα. Βασίστηκε μόνο στον περίφημο νόμο για τον επαναπατρισμό και το ξέπλυμα του μαύρου χρήματος, χωρίς στόχους, χωρίς σχέδιο. Ο πολυδιαφημισμένος αναπτυξιακός νόμος δεν κατάφερε ακόμη να εκταμιεύσει ούτε ένα ευρώ παρά τις πολυάριθμες εγκρίσεις που ανακοινώνονται και δε δημιούργησε ούτε μία από τις πολυπόθητες θέσεις εργασίας που αναμένονταν. Αντίθετα, είδαμε στη διετία αυτή να έχουν μείνει άνεργοι τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιοι ογδόντα επτά συνάνθρωποί μας από είκοσι επτά συγκεκριμένες επιχειρήσεις που έκλεισαν.
Με το φορολογικό νόμο μείωσαν κατά 30% το συντελεστή φορολόγησης των διανεμομένων κερδών, μόνο για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, που λειτουργεί ουσιαστικά ως αντικίνητρο για τις επενδύσεις. Πρόσφατα, βέβαια, επιβεβαιώνοντας ότι ακολουθούν μία αλλοπρόσαλλη πολιτική, αποφάσισαν την κατά 33% αύξηση των προκαταβολών φόρου, που θα πληρώσουν οι επιχειρήσεις αυτή τη φορά, μειώνοντας πάλι τη δυνατότητα και τα κίνητρα για επενδύσεις.
Για ένα μεγάλο βέβαια αριθμό μικρών και οικογενειακών επιχειρήσεων, που φθάνει τις οκτακόσιες χιλιάδες, όχι μόνο δε μείωσαν τους συντελεστές φορολόγησης, αλλά επανέφεραν την περαίωση με αυξημένους μάλιστα συντελεστές.
Κατάργησαν -παρότι υπήρχε η δυνατότητα να αναμορφωθεί το θεσμικό πλαίσιο προκειμένου να συμφωνήσει η Ε.Ε.- το μέτρο του αφορολόγητου αποθεματικού του 35%, που αποτελούσε ένα σημαντικό φορολογικό κίνητρο για επενδύσεις.
Η Κυβέρνηση, αφού άφησε σχεδόν για δύο χρόνια χωρίς αναπτυξιακό νόμο τη χώρα, δεν αποδέχτηκε τις επεξεργασμένες προτάσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για ουσιαστικά αναπτυξιακά κίνητρα και την περιφερειακή ανάπτυξη.
Ούτε τις προτάσεις μας για τη θεσμοθέτηση Γενικού Επιχειρηματικού Μητρώου και για τη δημιουργία ενιαίου κέντρου διατυπώσεων και εξυπηρέτησης των επιχειρήσεων, με την κατάργηση των συναρμοδιοτήτων των διαφόρων υπηρεσιών και την απλούστευση των διαδικασιών ίδρυσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Όλες οι πρωτοβουλίες και τα μέτρα που παίρνει η Κυβέρνηση, δείχνουν ότι τάσσεται, ξεκάθαρα πια, όχι μόνο με τα πραγματικά «οικονομικά ρετιρέ», αλλά με συγκεκριμένες κατηγορίες απ’ αυτά, το μεγάλο εισαγωγικό κεφάλαιο, τους μεγαλοβιομήχανους και τις τράπεζες που ανακοινώνουν καθημερινά τα υπερκέρδη τους.
Η απελευθέρωση του ωραρίου, η απελευθέρωση της ίδρυσης μεγάλων πολυκαταστημάτων, η επιστροφή στον εργασιακό μεσαίωνα και όλες οι οπισθοδρομικές επιλογές που ονομάζονται ψευδεπίγραφα μεταρρυθμίσεις, απομειώνουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, των ελληνικών επιχειρήσεων και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων. Έχουν ως αποτέλεσμα την ανακατανομή του μεριδίου αγοράς υπέρ των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων και την αύξηση της ανεργίας.
Έτσι, όμως, δεν προωθείται ο υγιής ανταγωνισμός, ευνοούνται ολιγοπωλιακές καταστάσεις που σε συνδυασμό με τον αθέμιτο ανταγωνισμό, οδηγούν στο σταδιακό κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αποβαίνει τελικά εις βάρος των καταναλωτών.
Η πραγματικότητα, η καθημερινότητα, αποδεικνύει ότι η Κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς να δημιουργήσει ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ότι διακρίνεται για:
– Έλλειψη συγκεκριμένου σχεδίου για τη βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος και την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
– Ανυπαρξία ελληνικού χάρτη για τις μικρές επιχειρήσεις στα πλαίσια υλοποίησης του ευρωπαϊκού χάρτη, που έχουμε συνυπογράψει ως χώρα.
– Αδιαφορία για τις επιχειρήσεις της νησιωτικής Ελλάδας
– Αδυναμία εξασφάλισης των απαραίτητων πόρων για την έρευνα, την τεχνολογία την κατάρτιση και τη γνώση
– Μονομερή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων
– Αποκλεισμό μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων από τα προγράμματα και το ΕΠ.ΑΝ και
– Ιδιότυπη διαχείριση των αναπτυξιακών πόρων μέσω του νεότευκτου θεσμού του ″σπόνσορα″.
Σ’ αυτό το αρνητικό οικονομικό περιβάλλον, οι πολίτες, οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι και οι μικρομεσαίοι βιώνουν την πικρή αυτή πραγματικότητα και μια Κυβέρνηση που δε φαίνεται να την αγγίζουν τα προβλήματα που δημιουργεί η πολιτική της.
Βασίλης Κεγκέρογλου
Βουλευτής ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ηρακλείου