Ομιλία του Βουλευτή Βασίλη Κεγκέρογλου στις 18/12/2008 στη συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού και των Προϋπολογισμών ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2009».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όταν ο πρώην γραμματέας του κυβερνώντος κόμματος και νυν Υπουργός Εθνικής Άμυνας προβαίνει σε μια υπηρεσιακή καθαρά ομιλία, καταλαβαίνετε ότι κανείς δεν είναι διατεθειμένος να στηρίξει την κυβερνητική πολιτική που ακολουθείται.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, πολύ πριν τις διεθνείς εξελίξεις η Κυβέρνηση Καραμανλή, μας είχε οδηγήσει στην πολύπλευρη οικονομική, πολιτική, κοινωνική και αξιακή κρίση που διερχόμαστε.
Αδιέξοδο στην οικονομία και της χώρας και των νοικοκυριών. Μειωμένο εισόδημα και αυξημένο κόστος διαβίωσης για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους μικρομεσαίους, τους αγρότες. Οικονομική εξαθλίωση στην περιφέρεια και ιδιαίτερα στην ύπαιθρο. Καθηλωμένες τιμές και υψηλό κόστος παραγωγής.
Τα καρτέλ κυριαρχούν παντού. Η αγορά στενάζει κι αντί μέτρων για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας και την ενίσχυση των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων έδωσαν 28 δισ. στις τράπεζες και με τον Προϋπολογισμό που συζητάμε δίνουν τα ρέστα στους ισχυρούς και φορτώνουν με 7 δισ. νέους φόρους τους πολίτες.
Το κοινωνικό κράτος κατεδαφίστηκε. Νοσοκομεία με 5 δισ. χρέη, χωρίς γιατρούς και προσωπικό! Σταματούν τα κοινωνικά προγράμματα, κλείνουν βρεφονηπιακοί σταθμοί.
Αφαιρούν δικαιώματα από τους νέους, που τους καθιστούν όμηρους, και τσαλακώνουν την αξιοπρέπειά τους αναβιώνοντας τις πελατειακές σχέσεις.
Η δημόσια εκπαίδευση απαξιώνεται καθημερινά. Οδηγούν σε καταλήψεις, δεν παίρνουν, δεν ακούν τα μηνύματα, αδιαφορούν για την Παιδεία. Αξίζει να διαβάσω και καταθέτω την ανακοίνωση μαθητών του Λυκείου Αρκαλοχωρίου που εκτός από την καταδίκη του άδικου χαμού του Αλέξανδρου εντοπίζουν εύστοχα τα αδιέξοδα και τα προβλήματα της κοινωνικής ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Εκφράζουν τον προβληματισμό και το φόβο τους για το αύριο, δεν δέχονται να ζήσουν χειρότερα απ’ ό,τι οι γονείς τους. Ζητούν την αναμόρφωση και τη στήριξη του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος και απαιτούν τα αυτονόητα: να ακουστούν, να ληφθούν υπόψη από την Πολιτεία.
Η Κυβέρνηση αντί να δώσει χώρο και βήμα στη νέα γενιά να εκφραστεί και να δυναμώσει την ελπίδα για το αύριο, περιμένει απλά την εκτόνωση λόγω γιορτών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το «σεμνά και ταπεινά» της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης έγινε αδιαφανής και ιδιοτελής διαχείριση της εξουσίας. Επικράτησε το δίκαιο των ισχυρών και η προτεραιότητα των «ημετέρων», σήψη, διαφθορά και πρωτοφανής καταλήστευση του δημόσιου πλούτου. Τα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα εκτός από κλοπή του δημόσιου χρήματος, που καλούνται να πληρώσουν οι πολίτες, εκφράζουν και την αξιακή παρακμή των κυβερνώντων που δηλητηριάζει την κοινωνία και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Κι ενώ οι πολίτες, ιδιαίτερα οι νέοι, οργίζονται και δικαίως αμφισβητούν την αξιοπιστία της πολιτικής, αυτοί προσπαθούν να πείσουν ότι για όλα φταίνε οι άπληστοι καλόγεροι και χρηματιστές, οι ανίδεες διοικήσεις και τα συμβούλια που παραπλάνησαν τους Υπουργούς.
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός για το σκάνδαλο των ομολόγων το 2007 μας είχε πει: «Πέρασαν τρία χρόνια για να καταλάβω τι ακριβώς συνέβαινε. Αλλά τώρα που κατάλαβα, θα πάρω αποφάσεις». Και πριν από μια βδομάδα όμως που επανεμφανίστηκε μας είπε για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου: «Δεν ήξερα, με παραπληροφόρησαν. Αλλά τώρα αναλαμβάνω τις ευθύνες». Όμως υπάρχει ένα ερώτημα στα χείλη των πολιτών: Τι σημαίνει για τον κύριο Καραμανλή ανάληψη της ευθύνης; Για έναν Ευρωπαίο ηγέτη θα σήμαινε παραίτηση και κρίση από το λαό. Για έναν Γιαπωνέζο θα σήμαινε χαρακίρι. Και βέβαια δεν ζητάμε αυτό. Όμως δεν δεχόμαστε και αυτό που ισχύει στα αυταρχικά και διεφθαρμένα καθεστώτα, όπου υπέρτατη αξία είναι η πάση θυσία διατήρηση της εξουσίας για την περαιτέρω λαφυραγώγηση του δημόσιου πλούτου, για τη διευθέτηση συμφερόντων των λίγων και «ημετέρων». Κύριε Καραμανλή, οι πολίτες δεν το δέχονται αυτό! Αντιδρούν και ζητούν να αλλάξει αυτή η κατάσταση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η αντιμετώπιση της ύφεσης και των συνεπειών της κρίσης προϋποθέτουν την ανατροπή της αδιέξοδης πολιτικής που ακολουθήθηκε μέχρι τώρα. Απαιτείται πρώτα απ’ όλα βούληση, όραμα και ολοκληρωμένο σχέδιο με στόχους. Απαιτείται χρηστή διαχείριση των εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων. Όμως χρειάζονται και άμεσα μέτρα για την ενίσχυση του οικογενειακού εισοδήματος των εργαζομένων, των αγροτών, των μικρομεσαίων, των συνταξιούχων. Χρειάζονται μέτρα στήριξης των μικρών επιχειρήσεων, μείωση των κρατικών τιμολογίων και του φορολογικού βάρους, ιδιαίτερα των έμμεσων φόρων.
Ο Προϋπολογισμός σας, όπως φαίνεται, εκφράζει απόλυτα την πολιτική που ακολουθήσατε μέχρι τώρα. Είναι ακριβώς σε αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτήν που χρειάζεται, γι’ αυτό και τον καταψηφίζουμε. Με τις υποτιθέμενες επενδύσεις των εξαγορών μετοχικών πακέτων και τα πολυδιαφημισμένα ημίμετρα η κατάσταση επιδεινώνεται. Από τα δάνεια του ΤΕΜΠΕ, παραδείγματος χάρη, ουσιαστικά εξαιρούνται αυτοί που τα έχουν ανάγκη.
Ποιοι είναι αυτοί; Οι επιχειρήσεις με χρηματοοικονομικές δυσχέρειες, οι νέες, αυτές που έχουν μία ζημιογόνο χρήση, οι επιχειρήσεις παραγωγής, μεταποίησης ή εμπορίας αγροτικών προϊόντων. Δεν μπορεί, δηλαδή, να δανειοδοτηθεί μία επιχείρηση εμπορίας ελαιολάδου ή μία ένωση, προκειμένου να συμβάλει στην ανατροπή της εξευτελιστικής τιμής των 2 ευρώ που υπάρχει σήμερα για το ελαιόλαδο. Εξαιρούνται εντελώς οι εξαγωγικές επιχειρήσεις, ενώ αντίθετα επιδοτούνται οι εισαγωγικές.
Μ’ αυτές τις πολιτικές διογκώσατε το εμπορικό έλλειμμα. Δεν στηρίζετε την παραγωγική βάση της χώρας και μειώνετε την ανταγωνιστικότητα της οικονομία μας. Και όλα αυτά γιατί οι πολιτικές αποφάσεις δεν λαμβάνονται με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον της οικονομίας και των πολιτών, αλλά ουσιαστικά επιβάλλονται από λίγες ισχυρές κάστες συμφερόντων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο τόπος χρειάζεται αλλαγή πορείας και αυτό δεν μπορεί να γίνει με ανακύκλωση προσώπων και ανασχηματισμό των αποτυχιών. Χρειάζεται μία υπεύθυνη δημοκρατική κυβέρνηση που θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους θεσμούς, αλλά και την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας προς την Ελλάδα.