Προς: τον Υπουργό Ανάπτυξης
Το τελευταίο διάστημα οι καταναλωτές έρχονται αντιμέτωποι μ’ ένα νέο κύμα ακρίβειας, που σε συνδυασμό με τα φαινόμενα της κερδοσκοπίας προσλαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Το Υπουργείο Ανάπτυξης αρκείται στο να «οχυρώνεται» πίσω από την διεθνή αύξηση της τιμής των καυσίμων και έπαψε πια, όχι μόνο να παρεμβαίνει στην κατάσταση που διαμορφώνεται στην αγορά, αλλά ακόμη και να είναι απλός παρατηρητής των εξελίξεων (το Παρατηρητήριο Τιμών βρίσκεται σε άδεια).
Βέβαια μια σειρά πρόσφατες κυβερνητικές αποφάσεις έρχονται να εντείνουν την κατάσταση. Και αναφερόμαστε:
→ στην επιβάρυνση με 79 εκατ.ευρώ επί πλέον από πέρυσι (αύξηση 30 %) των ελληνικών νοικοκυριών για την ΕΡΤ μέσω των 6.580.000 λογαριασμών.
→ την σοβαρή αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ.
Το επιχείρημα ότι σε ορισμένες κατηγορίες η αύξηση των τιμολογίων είναι πολύ μικρή είναι έωλο και ανεπαρκές.
Κι αυτό όχι μόνο γιατί σε μέσο επίπεδο η αύξηση υπερβαίνει τον πληθωρισμό του 2004, αλλά γιατί και η βιομηχανία και οι μεγάλες επιχειρήσεις θα μετακυλίσουν τις αυξήσεις στον καταναλωτή.
Είναι ιδιαίτερα αρνητικό το ότι η κυβέρνηση αντί να συγκρατήσει την κατάσταση, δίνει πρώτη το «σήμα» για νέες υπέρμετρες αυξήσεις.
Και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τον διαρκώς αυξανόμενο πληθωρισμό, με «πληθωρισμό δηλώσεων» χωρίς φυσικά σχεδιασμό και πράξεις.
Το πρόβλημα θα διογκωθεί τις επόμενες μέρες όταν θα φθάσουν οι αυξήσεις για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες στους καταναλωτές. Σε 8-10% φτάνουν οι αυξήσεις για πάνω από 150 βασικά είδη των Σούπερ Μάρκετ. Ενώ οι τιμές παραγωγού των αγροτικών προϊόντων παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, το αγροτικό κόστος έχει αυξηθεί κατά 20 % και ταυτόχρονα ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει, ακόμα και στις λαϊκές, πολύ περισσότερα από πέρυσι.
Όλες οι αυξήσεις στα βασικά καταναλωτικά είδη και υπηρεσίες είναι πολύ πάνω από τον πληθωρισμό και φέρνουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς σε αδιέξοδο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την ΕΣΥΕ στα 43 από τα 48 αγαθά – υπηρεσίες που μετρά σημειώθηκαν αυξήσεις μεταξύ Ιουνίου 2004 και Ιουνίου 2005, ενώ στα 31 από τα 48 οι αυξήσεις ήταν πολύ μεγαλύτερες του πληθωρισμού.
Η κατάσταση αυτή αποτυπώνεται σε αριθμούς, από την αδυναμία των ελληνικών νοικοκυριών να ανταπεξέλθουν στις καθημερινές τους ανάγκες και υποχρεώσεις.
Έτσι το ένα στα δύο νοικοκυριά χρωστά στις τράπεζες ενώ το ένα τρίτο (1/3) των νοικοκυριών δαπανά το μισό του μηνιαίου εισοδήματος για την αποπληρωμή δανείων.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε προχθές η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, η αγορά ασφυκτιά. Οι ακάλυπτες επιταγές και οι απλήρωτες συναλλαγματικές στο 1ο 7μηνο του 2005 έφτασαν τα 942 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας ρεκόρ 6ετίας. Η αύξηση είναι 55,1% σε σχέση με το 2004 και 73% σε σχέση με το 2003.
Επειδή η προστασία του καταναλωτή και η διασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού από τις ανεξέλεγκτες καταστάσεις στην αγορά προϋποθέτουν την καθημερινή επαγρύπνηση και δράση του Υπουργείου και των ελεγκτικών και ρυθμιστικών υπηρεσιών
Ερωτάται ο κ. Υπουργός
• Γιατί δεν αξιοποιεί την ισχύουσα νομοθεσία και αφήνει ανεξέλεγκτη την κατάσταση στην αγορά, ευνοώντας αντικειμενικά την ακρίβεια, την κερδοσκοπία και το παραεμπόριο;
– Ποια μέτρα προτίθεται να λάβει άμεσα, ώστε να παρέμβει ουσιαστικά στην αγορά, για την προστασία του καταναλωτή και τη διασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού;
– Πρόκειται η κυβέρνηση να προχωρήσει σε αυξήσεις στα τιμολόγια και των άλλων ΔΕΚΟ;
– Τι μέτρα θα πάρουν ώστε να προστατεύσουν τις ασθενέστερες εισοδηματικά τάξεις, από τις επιπτώσεις των συνεχών ανατιμήσεων;
ΟΙ ΕΡΩΤΩΝΤΕΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ
Άννα Διαμαντοπούλου
Ροδούλα Ζήση
Χρήστος Πρωτόπαπας
Γιάννης Μανιάτης
Δημήτρης Πιπεργιάς
Βασίλης Κεγκέρογλου